Το κέντρο βάρους επικείμενης στρατιωτικής επέμβασης με ή χωρίς τις ευλογίες του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, φαίνεται πως εστιάζεται αυτή την περίοδο στο δυτικοαφρικανικό Μάλι με αφορμή την προσπάθεια ισλαμιστών της Αλ Κάιντα του Μαγκρέμπ και της Ανσαρ Ντιν να εγκαθιδρύσουν ένα ισλαμικό κράτος με ή χωρίς τη συναίνεση των ένοπλων αυτονομιστών της φυλής των Τουαρέγκ-μελών της οργάνωσης «MNLA».
Οπως φάνηκε από τη συνάντηση που είχε στην αρχή της βδομάδας στο Παρίσι ο Πρόεδρος του Νίγηρα Μοχαμαντού Ισούφου, με το Γάλλο ομόλογό του Φρανσουά Ολάντ, επιδιώκεται ηπραγματοποίηση μίας στρατιωτικής επιχείρησης στο βόρειο τμήμα του Μάλι (όπου δρουν οι ισλαμιστές) κυρίως μέσω μίας ένοπλης δύναμης που θα συγκροτηθεί από χώρες της «Δυτικοαφρικανικής Οικονομικής Κοινότητας» (ECOWAS). Ο Ισούφου προσπάθησε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του Παρισιού προκειμένου ο Νίγηρας να έχει την πρωτοκαθεδρία στην πραγματοποίηση μίας επέμβασης στο Μάλι. Επανέλαβε τις πρόσφατες καταγγελίες του για εκπαίδευση Μαλινέζων ισλαμιστών από Πακιστανούς και Αφγανούς μουτζαχεντίν της Αλ Κάιντα και προσπάθησε να δείξει τους κινδύνους ευρύτερης αποσταθεροποίησης στη δυτική Αφρική σε περίπτωση που η «Αλ Κάιντα του Ισλαμικού Μαγκρέμπ» φτιάξει μία νέα μόνιμη βάση δράσης (πέρα απ' αυτές που έχει στην Αλγερία), εντείνοντας πιθανώς τη συνεργασία της και με τους ισλαμιστές της νιγηριανής οργάνωσης «Μπόκο Χαράμ» που έχει εντείνει δραματικά την ένοπλη δράση της κατά πολιτικών, στρατιωτικών και θρησκευτικών στόχων με απώτερο σχέδιο τη δημιουργία ενός ισλαμικού κράτους στο νιγηριανό βορρά.
Βέβαια, η επικράτηση των ισλαμιστών στο βόρειο Μάλι και οι πρόσφατες συγκρούσεις με τους έως πρότινος εταίρους τους - αυτονομιστές της οργάνωσης ΜΝLA των Τουαρέγκ - δεν απασχολεί μόνον τους Ευρωπαίους αλλά και τους Αμερικανούς, που όσο περνά ο καιρός διευρύνουν και εντείνουν τη στρατιωτική εμπλοκή τους σε χώρες της βόρειας και της υποσαχάρειας Αφρικής.
Αυξημένο είναι το ιμπεριαλιστικό ενδιαφέρον των Αμερικανών ειδικά για την περίπτωση της Νιγηρίας, καθώς η κυβέρνηση του Προέδρου Γκουντλάκ Τζόναθαν, φαίνεται πως αδυνατεί να αντιμετωπίσει τους ισλαμιστές της οργάνωσης «Μπόκο Χαράμ» που έχουν πυκνώσει τους τελευταίους μήνες τις αιματηρές βομβιστικές επιθέσεις σε στρατιωτικούς, πολιτικούς και θρησκευτικούς στόχους. Οι ΗΠΑ δεν κρύβουν την υστερόβουλη προθυμία τους να «βοηθήσουν», πιέζοντας με κάθε ευκαιρία για τη λήψη πιο δυναμικών μέτρων κατά των ισλαμιστών.
Ταξιαρχίες και δίκτυα μυστικών βάσεων...
Ωστόσο, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ είναι αυξημένο και αφορά σε όλη την ήπειρο της Αφρικής... Στα μέσα της βδομάδας, η κυβέρνηση Ομπάμα ανακοίνωσε σχέδια για την ανάπτυξη μίας ταξιαρχίας τουλάχιστον 3.000 Αμερικανών στρατιωτών σε αφρικανικές χώρες από το 2013, οι οποίοι εκ περιτροπής θα συμμετέχουν σε επιχειρήσεις εκπαίδευσης αφρικανικών στρατευμάτων, σε αποστολές αρωγής, αντιμετώπισης λιμών, επιδημιών και τρομοκρατίας κ.λπ.
Ο Αμερικανός υποστράτηγος Ντέιβιντ Ρ. Χογκ, επικεφαλής του αμερικανικού στρατού για την Αφρική, ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα είναι «πιλοτικό», ξεκαθαρίζοντας ότι σε αυτόδε συμπεριλαμβάνονται οι τουλάχιστον 100 Αμερικανοί κομάντος που έχουν σταλεί ήδη από το τέλος του 2011 σε χώρες της Κεντρικής Αφρικής (Ουγκάντα, Καμερούν, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία) με πρόσχημα την εγκληματική δράση της ένοπλης οργάνωσης «Στρατός Αντίστασης του Κυρίου» (LRA). Η ανάπτυξη των Αμερικανών κομάντος στην περιοχή έγινε με Προεδρικό Διάταγμα που υπέγραψε τον περασμένο Οκτώβρη ο Πρόεδρος Ομπάμα και «συμπτωματικά» συνέπεσε με τον εντοπισμό τεράστιων πετρελαϊκών κοιτασμάτων (και όχι μόνον) στη λεγόμενη περιοχή των «Μεγάλων Λιμνών».
Είναι προφανές πως οι ΗΠΑ δε δημιούργησαν για πλάκα τον Οκτώβρη του 2007 ειδική διοίκηση του στρατού για την Αφρική (AFRICOM). Ισα ίσα που από την πρώτη στιγμή φρόντισαν να εντείνουν και παρασκηνιακά τη στρατιωτική δραστηριοποίησή τους στην υποσαχάρεια Αφρική. Αυτό αποδεικνύεται και από το αποκαλυπτικό, εκτενέστατο άρθρο της εφημερίδας «Ουάσιγκτον Ποστ» στις 14/6/12 με τίτλο «Οι ΗΠΑ διευρύνουν τις μυστικές κατασκοπευτικές επιχειρήσεις στην Αφρική». Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι οι ΗΠΑξεκίνησαν από το 2007 να φτιάχνουν ένα δίκτυο τουλάχιστον 12 μυστικών αεροπορικών βάσεων σε αφρικανικές χώρες (με πρώτη τη δυτικοαφρικανική Μπουρκίνα Φάσο) για την πραγματοποίηση κατασκοπευτικών επιχειρήσεων σε βάρος ισλαμικών, τρομοκρατικών και άλλων οργανώσεων.
Το ρεπορτάζ, επικαλούμενο Αμερικανούς πρώην στρατιωτικούς αξιωματούχους σημειώνει ότι αμερικανικές μυστικές αεροπορικές βάσεις και διάδρομοι προσγείωσης, δημιουργήθηκαν σε απόμερες περιοχές μέσα στη ζούγκλα, στην έρημο ή ακόμη και στα πολιτικά διεθνή αεροδρόμια αφρικανικών χωρών με πρώτο εκείνο στην πρωτεύουσα της Μπουρκίνα Φάσο, Ουαγκαντούγκου. Αυτή την περίοδο, μηχανικοί του στρατού σε συνεργασία με εργολάβους-ιδιώτες έχουν αναλάβει την αναβάθμιση του αεροδρομίου της ναυτικής βάσης στοΜάντα Μπέι της Κένυας ώστε να καταστεί εφικτή η προσγείωση και απογείωση μεταγωγικών C130 και κατά τη διάρκεια της νύχτας και σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Σε άλλο σημείο η «Ουάσιγκτον Ποστ» παρατηρεί ότι οι επιχειρήσεις κατασκοπείας και παρακολούθησης του αμερικανικού στρατού στην Αφρική «έχουν ενταθεί τους τελευταίους μήνες» στο πλαίσιο του πολέμου σκιών κατά της Αλ Κάιντα και άλλων ένοπλων οργανώσεων, παίρνοντας την πρωτοκαθεδρία από τους άλλοτε πιο ισχυρούς και ευέλικτους πράκτορες της CIA.
Οπως καταγράφεται, οι επιχειρήσεις αυτές διενεργούνται από επανδρωμένα μικρά αεροσκάφη τα οποία δε φέρουν ούτε πολιτικά, ούτε στρατιωτικά διακριτικά, όπως τα ελβετικά μονοκινητήρια «Pilatus PC 12» ή «U-28 A», τα οποία μοιάζουν με ιδιωτικά ή εμπορικά αεροπλάνα. Δε φέρουν όπλα, αλλά κυρίως εξοπλισμό με κατασκοπευτικά συστήματα τελευταίας τεχνολογίας. Στις επιχειρήσεις κατασκοπείας στην Αφρική οι ΗΠΑ δε χρησιμοποιούν μη επανδρωμένα αεροσκάφη, όπως κάνουν σε Αφγανιστάν και Πακιστάν, γιατί έχουν μειωμένο κόστος λειτουργίας, είναι λιγότερο επιρρεπή σε ατυχήματα και περνούν απαρατήρητα.
Εάν σε όλα αυτά συμπεριλάβει κανείς και τη μόνιμη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο Τζιμπουτί της ανατολικής Αφρικής (στρατόπεδο Λεμονιέ) με πρόσχημα την εξουδετέρωση των ισλαμιστών της οργάνωσης «Αλ Σαμπάμπ» από τη Σομαλία, τότε εύκολα αντιλαμβάνεται ότι η Ουάσιγκτον μάλλον δεν προτίθεται για πολύ ακόμη να παρατηρεί παθητικά την έντονη κινητικότητα της Κίνας στη «Μαύρη Ηπειρο», ούτε να περιοριστεί στην «αντιτρομοκρατική» ή «ανθρωπιστική» συνεργασία με στρατούς της περιοχής.
Ολες οι ενδείξεις καταγράφουν το στήσιμο, αργά αλλά σταθερά, υποδομών για το στρατιωτικό και οικονομικό έλεγχο μίας ζηλευτής, σε φυσικό και ορυκτό πλούτο, ηπείρου ιδιαίτερα όσο εντείνεται ο οξυμένος ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης.
Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου