Η βαθιά κρίση και οι ανταγωνισμοί για τη διαχείρισή της είναι αυτά που καθορίζουν τις εξελίξεις
Τροχιοδεικτικές βολές για τα όσα ετοιμάζονται στις πλάτες του ελληνικού και των άλλων λαών, στο πλαίσιο της προσαρμογής της αστικής διαχείρισης στις νέες συνθήκες που προκαλεί το βάθεμα της κρίσης, ρίχνουν τα κλιμάκια της ΕΕ. Ο πρόεδρος της Κομισιόν, Μ. Μπαρόζο, δήλωσε χτες ότι «τις επόμενες ημέρες η τρόικα επιστρέφει στην Αθήνα για ν' ανταλλάξει απόψεις με τη νέα κυβέρνηση και να ξεκινήσει την αξιολόγηση πάνω σε όσα έχουν γίνει και όσα χρειάζεται να γίνουν αναφορικά με τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπει το δεύτερο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα».
Ενδεικτικά του τι σημαίνει «επαναδιαπραγμάτευση» του μνημονίου, είναι τα όσα είπε και ο πρόεδρος της ομάδας εργασίας του Γιούρογκρουπ (Eurogroup), Τ. Βίζερ, με αφορμή τη χτεσινή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. «Το πρόγραμμα που καταρτίσαμε μέχρι τώρα, δεν έχει πλέον ισχύ, καθώς έχει εκτροχιασθεί (...) θα πρέπει να διεξαγάγουμε εκ νέου σοβαρές διαπραγματεύσεις προκειμένου να θέσουμε πάλι εντός τροχιάς το πρόγραμμα», είπε και πρόσθεσε πως «εάν η Ελλάδα δεν κερδίσει το χαμένο έδαφος ή δεν της δοθεί περισσότερος χρόνος, θα πρέπει ή να προχωρήσει σε μεγαλύτερες περικοπές ή να δεχθεί περισσότερα χρήματα από τους Ευρωπαίους εταίρους της».
Ενδεικτικό του περιεχομένου της «αναδιαπραγμάτευσης», που κυριάρχησε στην προεκλογική δημαγωγία όλων των κομμάτων, είναι και το γεγονός ότι αυτή αναμένεται να ξεκινήσει μετά την ολοκλήρωση της έκθεσης της τρόικας για την Ελλάδα, η οποία τοποθετείται στα μέσα Αυγούστου. Είναι φανερό ότι ανάλογα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, θα επιδιωχθεί και η προσαρμογή του προγράμματος στις νέες συνθήκες, γεγονός που θα παρουσιαστεί σαν «αναδιαπραγμάτευση» του μνημονίου προς όφελος τάχα του λαού.
Μέχρι τότε, οι ροές των δανείων προς την Ελλάδα θα περιοριστούν στα τμήματα της χρηματοδότησης που προορίζονται για την αποπληρωμή ομολόγων προς τους επισήμους φορείς, δηλαδή την ΕΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης.
Πληθαίνουν διαρκώς οι εστίες
Η ανησυχία των αστικών επιτελείων μεγαλώνει και για τα βασικά μέτωπα της κρίσης, όπως αυτό της Ισπανίας.Η κυβέρνηση Ραχόι αναμενόταν να καταθέσει χτες στο Eurogroup το επίσημο αίτημα για βοήθεια μέχρι και 100 δισ. ευρώ που προορίζεται για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Στη δίνη της κρίσης έχει μπει και η Κύπρος, η οποία κατέθεσε «πολιτικό» αίτημα για διμερή σύναψη δανείου με τη Ρωσία, σύμφωνα με δήλωση υψηλόβαθμης κυπριακής πηγής που επικαλείται το πρακτορείο «Ρόιτερς». Ωστόσο, Ρώσος αξιωματούχος είπε πως η κυβέρνησή του δεν έχει λάβει τέτοιου είδους αίτημα. Η Κύπρος χρειάζεται κονδύλια ισοδύναμα με το 10% του ΑΕΠ της, για τη διάσωση της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας, ως τις 30 Ιούνη, με τις πιθανές χρηματοοικονομικές λύσεις που εξετάζονται να αφορούν είτε την προσφυγή στους μηχανισμούς δανεισμού της ΕΕ, είτε τη σύναψη δανείου από τη Ρωσία, είτε το συνδυασμό τους.
Με την κλιμάκωση της κρίσης, εντείνονται οι διεργασίες για παραπέρα θεσμική θωράκιση της εξουσίας των μονοπωλίων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είπε ο επίτροπος για θέματα Ανταγωνισμού, Ι. Αλμούνια. Η τραπεζική ένωση, ανέφερε, θ' ανοίξει το δρόμο για εκβάθυνση της ενοποίησης της ΕΕ, συμπληρώνοντας έτσι την αρχιτεκτονική της νομισματικής ένωσης. Μιλώντας σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, είπε ακόμα ότι οι πρόσφατες πρωτοβουλίες από τις εποπτικές αρχές της ΕΕ, ήταν μία αναγνώριση πως απαιτείται περισσότερο ολοκληρωμένη επίβλεψη, κοινοί μηχανισμοί εξυγίανσης και ένα σύστημα εγγύησης καταθέσεων.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η άτυπη πρόταση που διατύπωσαν οι 10 υπουργοί Εξωτερικών των ισχυρότερων χωρών της ΕΕ, όπως αυτή εκφράστηκε από τον Γερμανό ΥΠΕΞ, Γ. Βεστρεβέλε, ο οποίος μίλησε για την ανάγκη δημιουργίας «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ και για την υιοθέτηση«Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου», σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Die Presse».
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξετάζει τη μείωση του βασικού της επιτοκίου κατά τη συνεδρίαση της 5ης Ιούλη, ενώ είναι ανοιχτή και στην πρόταση αγοράς κρατικών ομολόγων από το EFSF. Σήμερα το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ είναι 1%. Πρόκειται για μέτρα που αλλάζουν ελαφρώς το μείγμα στη διαχείριση της κρίσης, χωρίς σε καμιά περίπτωση να αναιρούν την προσπάθεια των αστών να την ξεπεράσουν σε βάρος των εργαζόμενων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Αγιάτρευτη η κρίση
Την ίδια ώρα ο ένας μετά τον άλλο οι οικονομικοί δείκτες καταγράφουν την κλιμάκωση της καπιταλιστικής κρίσης. Η «ιδιωτική δραστηριότητα» στην Ευρωζώνη συνέχισε να συρρικνώνεται τον Ιούνη, παραμένοντας σε χαμηλό τριών ετών, όπως έδειξαν τα στοιχεία που είδαν χθες το φως της δημοσιότητας. Ο δείκτης αυτός συνθέτει τα αποτελέσματα των ερευνών σε υπεύθυνους προμηθειών από τους κλάδους της μεταποίησης και των υπηρεσιών. Ειδικότερα στη Γερμανία, η δραστηριότητα υποχώρησε για δεύτερο διαδοχικό μήνα, ενώ στη Γαλλία συμπλήρωσε τέσσερις μήνες συρρίκνωσης.
Συρρίκνωση επίσης εμφάνισε τον Ιούνη και ο κινεζικός κλάδος της μεταποίησης για όγδοο μήνα, με τις παραγγελίες για εξαγωγές και τις τιμές να διαμορφώνονται στο χαμηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 2009.
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας, Μπ. Μπερνάκε,χαρακτήρισε ως ένα σημαντικό εμπόδιο για την αμερικανική οικονομία την ευρωπαϊκή κρίση. Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά την ανακοίνωση των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής της Fed, δήλωσε πως «η κατάσταση στην Ευρώπη επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη στις ΗΠΑ (...) επηρεάζει το εμπόριό μας με την Ευρώπη, ενισχύει τη μεταβλητότητα και ρίχνει τις μετοχές μας».
Οι εκτιμήσεις της Fed για το ΑΕΠ των ΗΠΑ κάνουν λόγο για ρυθμό ανάπτυξης 1,9%-2,4% το τρέχον έτος, έναντι 2,4%-2,9% που είχε προβλέψει τον Απρίλη. Για το 2013 ο ρυθμός ανάπτυξης τοποθετείται μεταξύ 2,2% και 2,8%, από 2,7%-3,1% προηγούμενα. Επίσης η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ προβλέπει ότι το ποσοστό ανεργίας θα διαμορφωθεί μεταξύ 8%-8,2% φέτος. Αναφορικά με τα επιτόκια, έντεκα από τους δώδεκα αξιωματούχους της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής της Fed (FOMC) ψήφισαν υπέρ της διατήρησής τους στο 0%-0,25%. Το παρεμβατικό επιτόκιο παραμένει κοντά στο μηδέν από το Δεκέμβρη του 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου